Menu
in ,

“Όπου σε ταξιδεύει η αγάπη”: Το νέο βιβλίο της Έφης Μπουκουβάλα Κλώντζα

Το νέο βιβλίο της φιλολόγου Έφης Μπουκουβάλα Κλώντζα, “Όπου σε ταξιδεύει η αγάπη”  από τις εκδόσεις οσελότος

«Όλα τα μπορεί η  α γ ά π η!»

Η αγάπη, που, χωρίς εκθαμβωτικούς πολυέλαιους, μα πολυέλεη και ευσπλαχνική, φωτίζει τις κρυφές γωνιές, τις απόκρημνες ακτές της ψυχής, και τις λειαίνει.

Και στιβαρή, υποβαστάζει, χωρίς περίτεχνους κίονες, το ασήκωτο βάρος της κάθε μέρας, κι αντέχει.

Κι αθόρυβη, γράφει την ιστορία της όχι με κορυφαίες, εξέχουσες στιγμές, αλλά με μικρές, καθημερινές χαρές και λύπες, που μέσα μας ανάγλυφα τις παρασταίνει.

Διακριτική, δίχως βάθρα περίοπτα, με λόγο χαμηλόφωνο της καρδιάς τις πληγές επουλώνει.

Βαθιά, χωρίς ανάγκη από παχιά στρωμένα χαλιά, απορροφά τους κραδασμούς του «εγώ», και στο «εμείς» ανεπαίσθητα τους σβήνει.

Η αγάπη για κάποιον άλλο, έξω από εμάς. Δεκτική και σαν μήτρα φιλόξενη. Να συρρικνώνει και, στο βαθύ αλεξίκακό της κοίλωμα, ν’ ανακουφίζει, την ανήκεστη οδύνη της ύπαρξης: για τ’ άδηλα μονοπάτια της ζωής, για τ’ αναπόδραστο του θανάτου…

Η συγγραφέας σημειώνει στα προλεγόμενα του βιβλίου

Γράφω από παιδί. Δειλή πάντα, εσωστρεφής, μαζεμένη, βρήκα πολύ πρώιμα διέξοδο, ανακούφιση και απαντοχή στη γραφή. Ανάγκη βαθιά που δεν ξέρω αλήθεια από ποια πηγή προέρχεται. Δεν έχει σημασία καμιά η λογοτεχνική αξία όσων έγραψα, όσων εξακολουθώ να γράφω. Για μένα καθετί που βρήκε τον δρόμο και από τη σύλληψη έφτασε στην άκρη της φλέβας κι από κει έσταξε στο χαρτί, έχει ανυπολόγιστη συναισθηματική αξία. Θυμάμαι κυνηγούσα ώρες ολόκληρες την κατάλληλη λέξη, για να ντύσει τη σκέψη μου. Και όταν την έβρισκα, αισθανόμουν κάτι που δεν περιγράφεται με λόγια: εσωτερική πλήρωση.

Γυρίζω πίσω στον χρόνο και στέκομαι στην Δ΄ Δημοτικού. Μετά από παρακίνηση του πατέρα μου, φτωχού βιοπαλαιστή που πάντα αγαπούσε τα γράμματα, διάβαζε ο ίδιος πολύ στον ελεύθερο χρόνο του και μας έδινε πάντα παραδείγματα πνευματικών ανθρώπων, επιστράτευσα όλο μου το κουράγιο και στάθηκα δίπλα στην έδρα του δασκάλου που όλοι τρέμαμε, για να του δείξω το πρώτο ποίημά μου. Δεν το διάβασε. Ούτε καν έριξε μια ματιά. Μόνο κάγχασε: «Χα, χα, γράφει ποιήματα!». Με ρεζίλεψε σε όλη την τάξη. Το παντζάρι σίγουρα θα ωχριούσε μπροστά στο κόκκινο χρώμα που έβαψε το πρόσωπό μου. Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Ντροπιάστηκα, μάζεψα όση αξιοπρέπεια μου απέμεινε, πήρα με μάτια καρφωμένα στο πάτωμα το φτωχό μου ποίημα και κατέφυγα στη γνώριμη θέση μου, στην παρηγοριά του πράσινου θρανίου μου, για να κλάψω χωρίς δάκρυα. Αναδρομικά τον ευγνωμονώ αυτόν τον δάσκαλό μου, όπως και όλους τους άλλους ανθρώπους, τους μεγάλους «δασκάλους» της ζωής μου που μου είπαν «όχι», γιατί άθελά τους μου δίδαξαν να παλεύω και να μην παραιτούμαι μπροστά στις δυσκολίες.

Πέρασαν δεκαετίες από τότε, με εσωτερικές διαδρομές όχι πάντα ευθύγραμμες, μάλλον τεθλασμένες. Νιώθοντας την ανάγκη κάποια στιγμή να μοιραστώ πεζά μου κείμενα, αισθάνθηκα πως είχα περισσότερο από ποτέ ανάγκη την ποίηση να τα πάρει από το χέρι να τα κατευοδώσει στον κόσμο, να μην είναι ορφανεμένα. Κάπως σαν την πρώτη μέρα στο σχολειό.

Έτσι, το ανά χείρας βιβλίο, κατά βάση συλλογή διηγημάτων, διανθίζεται από ποιητικές συνθέσεις, οι οποίες λειτουργούν ως γέφυρες μεταξύ δοκιμών πεζού λόγου. Σας το παραδίδω με την ελπίδα ότι ο δάσκαλος που κατοικεί μέσα σε όλους μας, αυτός ο ασίγαστος κριτής, θα σταθεί αυτή τη φορά με ευγένεια, αγάπη και κατανόηση να του ρίξει μια ματιά, να διακρίνει κυρίως τον εσωτερικό αγώνα που το γέννησε, την κατάθεση ψυχής.

Εγκάρδια

Έφη Μπουκουβάλα-Κλώντζα

Leave a Reply

Exit mobile version