in

To 1ο ΓΕΛ Αγίου Νικολάου συμμετέχει στο PISA 2022

Στη σύγχρονη εποχή, οι επιστημονικές θεωρίες που αναπτύσσονται και κατόπιν βρίσκουν εφαρμογή στην καθημερινή ζωή, καθώς και οι αποφάσεις που παίρνονται σε σημαντικούς τομείς της κοινωνίας, όπως είναι για παράδειγμα η πολιτική, η οικονομία, η εκπαίδευση, η υγεία και η τεχνολογία, στηρίζονται σε συμπεράσματα από έρευνες.

Το Διεθνές Πρόγραμμα PISA για την Αξιολόγηση των Μαθητών (Programme for International Student Assessment) είναι μία Εκπαιδευτική Έρευνα που διεξάγεται κάθε τρία χρόνια (από το 2000 έως σήμερα) και που υλοποιείται από διεθνή ερευνητικά ιδρύματα (PISA Consortium) υπό την οργάνωση της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης του ΟΟΣΑ (Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη) και τη συνεργασία των συμμετεχουσών στην Έρευνα χωρών. 

Μια σημαντική έρευνα, που απευθύνεται σε παιδιά της ηλικίας σας, είναι το Διεθνές Πρόγραμμα Αξιολόγησης Μαθητών, που είναι γνωστό ως Πρόγραμμα PISA. Το PISA είναι η μεγαλύτερη εκπαιδευτική έρευνα παγκοσμίως και γίνεται σε περισσότερες από 80 χώρες, ανάμεσα στις οποίες είναι και η Ελλάδα.

Συνολικά 255 σχολεία θα συμμετάσχουν στις εξετάσεις, οι οποίες θα διεξαχθούν από 15 Μαρτίου έως 15 Απριλίου, στα γνωστικά πεδία  Μαθηματικά,  Φυσικές Επιστήμες, Κατανόηση Κειμένου και επιπλέον στο πεδίο: Δημιουργική Σκέψη.

Την ευθύνη διεξαγωγής της Διεθνούς Έρευνας PISA, που πραγματοποιείται ανά τριετία υπό την αιγίδα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.), έχει το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ).

Το 1ο ΓΕΛ Αγίου Νικολάου είναι ένα από τα σχολεία που επιλέχθηκαν για να συμμετέχουν στο Διεθνές Πρόγραμμα PISA. Έχουν επιλέγει 35 από τους 74 μαθητές της Α τάξης Λυκείου γεννηθέντες το 2006. Οι μαθητές έχουν κατανεμηθεί σε τρεις διαφορετικές ομάδες και κάθε ομάδα θα συμμετέχει σε μία περίοδο αξιολόγησης. 

Κύριος στόχος του Προγράμματος PISA είναι η αξιολόγηση του εύρους των γνώσεων και των δεξιοτήτων των μαθητών που βρίσκονται στο τέλος της Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης τους, βάσει των οποίων διαμορφώνεται, σε σημαντικό βαθμό, η ουσιαστική και ισότιμη συμμετοχή τους στις σύγχρονα δομημένες κοινωνίες. Εκκινώντας, επομένως, από ένα κοινά καθορισμένο και διεθνώς αποδεκτό πλαίσιο εργασίας, το Πρόγραμμα PISA συλλέγει πληροφορίες για τις επιδόσεις των 15χρονων συμμετεχόντων μαθητών και, την ίδια στιγμή, ανιχνεύει όψεις και δυνατότητες της αποτελεσματικότητας των εκπαιδευτικών συστημάτων των χωρών που λαμβάνουν μέρος στην αξιολόγηση. Η έρευνα αυτή αποσκοπεί να διαπιστώσει τι μπορούν να καταφέρουν οι 15χρονοι μαθητές από όλον τον κόσμο στην Κατανόηση Κειμένου, στις Φυσικές Επιστήμες και στα Μαθηματικά. Τη φετινή χρονιά, που διεξάγεται η κύρια έρευνα του PISA, οι περισσότερες ερωτήσεις θα αφορούν τα Μαθηματικά.

Ειδικότερα, το πρόγραμμα Pisa:

  • Αξιολογεί τη βασική κατανομή των γνωστικών ικανοτήτων και των δεξιοτήτων των συμμετεχόντων (αλλά και των αντιπροσωπευόμενων από αυτούς) μαθητών.
  • Μας δείχνει σε ποιο βαθμό οι ικανότητες και οι δεξιότητες των μαθητών (στο γνωστικό πεδίο, αλλά και στην κριτική αντιμετώπιση των ζητημάτων που κατά καιρούς ανακύπτουν) σχετίζονται με τις δημογραφικές, τις κοινωνικές, τις οικονομικές και -βεβαίως- τις εκπαιδευτικές μεταβλητές.
  • Αποκαλύπτει όψεις των αλλαγών στις μαθητικές επιδόσεις, αλλά και τη συνάφεια μεταξύ επιπέδου των μαθητών και των διαφορετικών τύπων ή μεταβλητών του μαθησιακού περιβάλλοντός τους.
  • Αποτιμά πόσο καλά προετοιμασμένοι είναι οι μαθητές, προκειμένου να αντιμετωπίζουν ζητήματα της καθημερινής τους ζωής.
  • Αποκαλύπτει το βαθμό, κατά τον οποίο μπορούν οι 15χρονοι μαθητές να συμμετέχουν με πληρότητα και ισοτιμία στην πολιτική, πολιτιστική και κοινωνική ζωή του τόπου τους. 
  • Συλλέγει, επίσης, πληροφορίες για τα εκπαιδευτικά συστήματα των συμμετεχουσών χωρών, ώστε να διερευνηθούν οι πλείστοι εκείνοι παράγοντες που επιδρούν καταλυτικά στη συνολική εικόνα των μαθητικών επιδόσεων (οικογένεια, ευρύτερο κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον κ.ά), αλλά και να αναζητηθούν πρακτικές αντιμετώπισης των πιθανών εκπαιδευτικών ελλειμμάτων από πλευράς συμμετεχουσών χωρών.

Κάθε συμμετέχουσα χώρα έχει, λοιπόν, τη δυνατότητα να αντλεί μέσω του Προγράμματος αυτού χρήσιμα στοιχεία για το εκπαιδευτικό της σύστημα, κατορθώνει να κατανοεί τα θετικά στοιχεία και τις αδυναμίες του εκπαιδευτικού της σχεδιασμού και, εντέλει, ανατροφοδοτείται σχετικά με το βαθμό αποτελεσματικότητας του εκπαιδευτικού της έργου ανακαλύπτοντας ταυτόχρονα τις πρακτικές Εκπαίδευσης και Αγωγής των άλλων συμμετεχουσών χωρών.

ΠΗΓΗ: