in

Όταν οι αναμνήσεις για τον μακαριστό Μητρ. Πέτρας και Χερρονήσου Νεκτάριο ζωντανεύουν

Ήταν αρκετές οι φορές που ο μακαριστός Μητροπολίτης Πέτρας και Χερρονήσου Νεκτάριος, ένας από τους πιο ακάματους ιεράρχες και ποιμενάρχες της μεγαλονήσου, που επισκέφτηκε επικεφαλής ομάδων προσκυνητών από την Κρήτη τη μονή της Αγίας Αικατερίνας στο Θεοβάδιστον όρος του Σινά. Εκεί που όπως του άρεσε να λέει συχνά, «η έρημος βοά με τη σιωπή της». Ο ιεράρχης χοροστατούσε και στον εσπερινό και το στη θεία λειτουργία, μέσα σε ένα κατανυκτικό κλίμα όπως άλλωστε ταιριάζει σε αυτά τα παλίμψηστα προσκυνήματα της ορθοδοξίας και του Ελληνισμού. Όταν επισκέπτεται κανένας τέτοια μέρη, (για να αντιγράψουμε το συγγραφέα Γ. Θεοτοκά από το ταξίδι του στη Μέση Ανατολή το 1960), αειθαλή Παλλάδια του Ανατολικού Ορθόδοξου Μοναχισμού και Αναχωρητισμού της Ερήμου, ώρες-ώρες του φαίνεται, ότι ανακαλύπτει, ένα παλιό, πελώριο και σε πολλά του μέρη αχρηστευμένο αρχοντικό, γεμάτο κρυψώνες, μυστικά υπόγεια και κασέλες που έμειναν σφραγισμένες για αιώνες. Όταν συμβεί να τις ανοίξει, θαμπώνεται από τους θησαυρούς που έχουν και δεν το ξέρει…Ο παραμυθένιος αυτός πλούτος, είναι υπόλειμμα της κληρονομιάς των «αειμνήστων ημών Αυτοκρατόρων», της κληρονομιάς που, παρ’ όλα τα λάθη, δεν την έχουμε ακόμη εξαντλήσει. Ομολογούμε ότι αυτό πάθαμε και εμείς! Τέτοια κρύπτη της Ιστορίας, από τις πιο εξαίρετες, είναι και η Μονή της Αγίας Αικατερίνης, ένα θρησκευτικό και ιστορικό παλίμψηστο.

Ο Πέτρας και Χερρονήσου Νεκτάριος και ο ηγούμενος της Μονής της Ακατάφλεκτου Βάτου και του Θεοβάδιστου Όρους Σινά Αγίας Αικατερίνης κ. Ευμένιος, μιλούν προς προσκυνητές από την Κρήτη τον Ιούνιο του 2012.

Μια εκρηκτική πνευματική δύναμη που βρέθηκε κάποτε συμπυκνωμένη στην καυτή τούτη έρημο, και που έμελλε να αλλάξει (και συνεχίζει να αλλάζει) τις καρδιές και τις συνειδήσεις των ανθρώπων. Εμείς σαν Κρητικοί, είμαστε ιδιαίτερα υπερήφανοι για τις ιδιαίτερες σχέσεις μας με το Σινά! Ας μην ξεχνάμε, ακόμη και σήμερα, συνεχίζοντας μια μακραίωνη παράδοση σχέσεων της μεγαλονήσου με το Σινά, ο ηγούμενος της Μονής της Ακατάφλεκτου Βάτου και του Θεοβάδιστου Όρους, είναι ο πατήρ Ευμένιος από τη Μεσσαρά. Η συλλογή των βυζαντινών εικόνων που υπάρχει, πρέπει να είναι σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις η μοναδική που υπάρχει στον κόσμο, ενώ η εσωτερική υποβλητικότητα του ναού με τους δεκάδες πολυελέους και καντήλια, μεταξύ αυτών ένας ασημένιος δώρο από την Αικατερίνη της Ρωσίας, η κύρια είσοδός της από γλυπτό κυπαρισσόξυλο από την εποχή των αυτοκρατόρων Κομνηνών, η εσωτερική κόγχη του ιερού με το εξαίσιο ψηφιδωτό του Ιουστινιανού (το δεύτερο μετά της Ραβέννας) κατατάσσουν τη Μονή ως το πιο σημαντικό μουσείο θρησκευτικής τέχνης της Χριστιανοσύνης.

 
Τμήμα του επίχρυσου τέμπλου της Μονής κατασκευασμένο εξ ολοκλήρου στο Χάνδακα  την ύστερη Βενετική περίοδο (μέσα 17ου αι.) και ο ασημένιος πολυέλεος, δώρο της αυτοκράτειρας Αικατερίνης της Μεγάλης της Ρωσίας.

Το Σινά δεν προσφέρεται. Πρέπει να το κερδίσει κανείς με επιμονή με αγώνα, σωματικό και ψυχικό, πιέζοντας την καρδιά του, αναπνέοντας δύσκολα και βασανίζοντας μέσα του ακραία προβλήματα που του τα υποβάλλουν, σε κάθε βήμα, το τοπίο, τα μνημεία, ο τριγύρω φόρτος των πνευματικών γενεών…
Οι πιο συγκινητικές και συγκλονιστικές όμως στιγμές ήταν όταν ο μακαριστός Πέτρας και Χερρονήσου, λες σαν να ήταν παγωμένος ο ακατάλυτος χρόνος που διένυσαν τα χίλια τετρακόσια πενήντα χρόνια από το Βυζάντιο, μνημόνευε τους κτήτορες και ευεργέτες του ιερού προσκυνήματος:
«Έτι δεόμεθα υπέρ των μακαρίων και αειμνήστων κτητόρων της Αγίας Μονής ταύτης ευσεβεστάτων Βασιλέων  ημών Ιουστινιανού και Θεοδώρας…». Τα λόγια αυτά, ειπωμένα σε τόνο υψηλό από την Ωραία Πύλη του Ναού, προσλάμβαναν για εκείνον που τα άκουγε για πρώτη φορά, έναν τόνο συγκλονιστικό και ταυτόχρονα σπαραξικάρδιο.
Όπως γράφει και ο Γ. Θεοτοκάς «αισθάνεται σαν να καταλύεται η έννοια του χρόνου. Αισθάνεσαι να περιβάλλεσαι από ένα αιώνιο και φωτοδόχο οικουμενικό ελληνικό πνεύμα, ικανό να ακτινοβολεί απεριόριστα και να φωτοδοτεί τη σημερινή Οικουμένη. Δεν γράφονται από εθνικιστική διάθεση αυτά, θα ήταν άλλωστε ασέβεια. Ποτέ όμως και πουθενά αλλού δεν αισθάνεται κανείς, κάτι το τόσο ζωντανό, αιώνιο, πραγματικό και ευεργετικό. Αυτό που ο Καβάφης ονόμαζε το «μέγα Πανελλήνιον».
© The Cretan Times