in ,

Έφυγε ο Maurice Born

Άσχημα τα νέα από το εξωτερικό, έφυγε ο Mauris Born Γαλλοελβετός  αρχιτέκτονας και εθνολόγος,ένας  υπέροχος άνθρωπος, ένας από αυτούς που έχουν δείξει την αγάπη τους για τον τόπο μας με κάθε τρόπο.

Σημαντική η παρουσίατού σε ότι αφορά την Σπιναλόγκα στα τελευταία χρόνια της λειτουργίας του νησιού σαν λεπροκομείο.

Έμενε μόνιμα στη Νεάπολη τα τελευταία χρόνια με τον ίδιο να έχει βραβευτεί πρόσφατα από τον Δήμο Αγίου Νικολάου για την γενικότερη προσφορά του ενώ είχε ανακηρυχθεί επίτιμος Δημότης.

Ο Κωστής Μαυρικάκης γράφει,

ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ ΡΕΜΟΥΝΤΑΚΗΣ –

MAURICE BORN

Vies et morts d’un Crétois lépreux

εκδ. ANACHARSIS

 

Συμπτωματικά, λίγες ώρες πριν από τις αιματηρές τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, καθώς και στις άλλες μεγάλες γαλλικές πόλεις, έκανε την εμφάνισή του στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων ένα βιβλίο από τις επώνυμες γαλλικές εκδόσεις «ANACHARSIS» με τον πρωτότυπο τίτλο «Vies et morts d’un Crétois lépreux». Τίτλος συμβολικός και υπερρεαλιστικός, στον πληθυντικό αριθμό, ένα πόνημα, έργο ζωής, από τον Γαλλοελβετό αρχιτέκτονα και εθνολόγο Maurice Born. «Ζωές και θάνατοι ενός Κρητικού λεπρού», με αναφορά σε μια μεγάλη φυσιογνωμία που σφράγισε με τη ζωή και την πολυκύμαντη δράση του, το χανσενικό κίνημα στην Ελλάδα, τον Επαμεινώνδα Ρεμουντάκη (1914-1978). Ενός ανθρώπου που ένιωσε κυνηγημένο πουλί από τα παιδικά του χρόνια, αφού όντας τριτοετής φοιτητής της Νομικής Σχολής Αθήνας, στιγματισμένος από τη λέπρα, είδε το πιο σκληρό πρόσωπο της ζωής και του νόμου με τον υποχρεωτικό εγκλεισμό του για 20 χρόνια στη Σπιναλόγκα και μετέπειτα για άλλα 22 στο σανατόριο της Αγίας Βαρβάρας στο Αιγάλεω.

 

Ο συγγραφέας, γεννημένος στην πόλη Bienne της Ελβετίας, στις όχθες της ομώνυμης λίμνης κοντά στα γαλλικά σύνορα, στο καντόνι της Βέρνης με τις δύο γλώσσες, με σπουδές αρχιτεκτονικής στη Λωζάννη και το Αννόβερο, με σύντομη πανεπιστημιακή καριέρα στην αρχιτεκτονική σχολή της Λωζάννης, ένιωσε να τον καλεί μια αόρατη παρόρμηση του ταξιδευτή Οδυσσέα. Κάτι σαν από τη μεσογειακή δίψα του Ηροδότου για ταξίδια, που έφτανε μέχρι τις ελβετικές Αλπεις. Η επιστήμη ήταν κάτι που πάντα τον ξεσήκωνε και μετά το τέλος των σπουδών του, αφού αποφάσισε να ξεκινήσει μια έρευνα για κάποιο μεγάλο γηροκομείο στο Παρίσι.

 

Ωσπου, κάποιος φίλος του, δημοσιογράφος στην εφημερίδα του Ερυθρού Σταυρού στη Γενεύη, που είχε επισκεφτεί τη Σπιναλόγκα, του είπε για το φοβερό νησί της απομόνωσης των χανσενικών στην Κρήτη. Ετσι ξεκίνησαν όλα. Οταν ήρθε για πρώτη φορά το 1967 για διακοπές στην Κρήτη και επισκέφτηκε την οχυρή νησίδα, το λεπροκομείο είχε ήδη κλείσει για μια δεκαετία. Με μια φουσκωτή βάρκα «ζόντιακ» έμπαινε μαζί με τη γυναίκα του και την τρίχρονη κόρη τους, κάθε πρωί στο πρώην λεπρονήσι. Με μοναδικό εφόδιο μια 50μετρη μετροταινία και μια φωτογραφική μηχανή άρχισε να κάνει τις αρχιτεκτονικές αποτυπώσεις και τα σκίτσα ολόκληρου του οθωμανικού – χανσενικού οικισμού, των προμαχώνων, των οχυρών περιβόλων και των επάκτιων οχυρώσεων, σκεφτόμενος ότι ο κόσμος θα τον περνούσε για τρελό.

 

Του πήραν κάπου δύο χρόνια όλα αυτά. Μετά έφυγε για την Αθήνα για να συνεχίσει την έρευνά του στον αντιλεπρικό σταθμό της Αγ. Βαρβάρας στο Αιγάλεω όπου πλέον είχαν μεταφερθεί οι χανσενικοί από τη Σπιναλόγκα.

 

Εκεί επί δύο χρόνια κατέγραφε τις ιστορίες τους. Απέκτησε φιλία με πολλούς από αυτούς, αλλά αυτός που μαγνήτιζε περισσότερο, ήταν ο θρυλικός Επαμεινώνδας Ρεμουντάκης, ο πρόεδρος της αδελφότητας Χανσενικών Σπιναλόγκας που έμεινε 20 χρόνια στη νησίδα, για τον οποίο είχε ακούσει και διαβάσει τόσα πολλά. Το πραγματικό ποτάμι των αφηγήσεων του τυφλού πια από τη λέπρα Επαμεινώνδα, τον συγκλόνιζε.

 

Ατέλειωτες συζητήσεις με διάρκεια πάνω από 60 ώρες αφηγηματικής αυτοβιογραφίας καταγράφηκαν στο μαγνητόφωνο. Είναι αυτές που ξεδιπλώνονται στο πρώτο μέρος του βιβλίου.

 

Το δεύτερο, με τον τίτλο «Η αρχαιολογία μιας αλαζονείας» (Archéologie d’une arrogance) αναφέρεται σε μια ενδελεχή έρευνα για την ιστορία της λέπρας από το 1800-1980, τα παραλειπόμενα και τις πολιτικές και ιατρικές σκοπιμότητες που σημάδεψαν την κρατική αντιμετώπισή της. Εν πολλοίς προκύπτουν άγνωστες πτυχές που βασίζονται στην πρωτογενή έρευνα του συγγραφέα σε διάφορες πηγές από ολόκληρη την Ευρώπη. Ηδη, σχεδόν ένα μήνα μετά την κυκλοφορία του, το βιβλίο έχει αποσπάσει πολλές θετικές κρίσεις σε δημοσιεύματα επώνυμων γαλλικών και ελβετικών εντύπων και ηλεκτρονικών ΜΜΕ (Le Monde, Liberation, Le Temps κ.λπ.). Στην Ελλάδα ήδη επώνυμοι εκδοτικοί οίκοι έχουν εκφράσει το ενδιαφέρον τους για την ελληνική έκδοση.

 

Ο Maurice Born, μόνιμος κάτοικος πια της Κρήτης, και το έργο του, δεν πρέπει να περάσουν απαρατήρητα. Ας τον έχει στα υπόψη της η Ακαδημία Αθηνών για την πολύτιμη επιστημονική και ερευνητική του προσφορά, για την επιμελημένη ιστορική διάσωση μιας πολύτιμης παρακαταθήκης της συλλογικής μνήμης της χώρας μας.

 

Του  Κωστή Ε. Μαυρικάκη  πολιτικός μηχανικός ΕΜΠ από την kathimerini.gr