in

Το χρονικό της Μάχης της Κριτσάς [VIDEO]

Η ομιλία για την επέτειο της Μάχης της Κριτσάς από την φιλόλογο Αναστασία Λασθιωτάκη
 
Πανοσιολογιώτατε, σεβαστοί πατέρες, κύριοι βουλευτές,  κυρία αντιπεριφερειάρχη, κύριε Δήμαρχε, κυρίες και κύριοι εκπρόσωποι των πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, αγαπητοί φίλοι, αγαπητά μας παιδιά.
Αυτό που ονομάζουμε ιστορία των λαών είναι ουσιαστικά η ιστορία μερικών σημαντικών στιγμών, που βεβαιώνουν τη θέλησή τους ή να ζήσουν ενεργά, αυτόνομα και σύμφωνα με την ιδιαίτερη στάση τους απέναντι στη ζωή ή να πεθάνουν όρθιοι και ελεύθεροι, ακόμα και θυσιάζοντας την ίδια τους τη ζωή. Μια τέτοια ξεχωριστή στιγμή στην κρητική και γενικότερα στην ελληνική ιστορία αποτελεί και η διήμερη μάχη της Κριτσάς, που έλαβε χώρα στο Σταυρωμένο και στην Κουτάραντο, το Γενάρη του 1823.
Η μάχη αυτή ήταν τμήμα της επανάστασης του 1821, η οποία στην Κρήτη διήρκεσε δέκα χρόνια και έληξε άδοξα το 1830. Τότε, με το πρωτόκολλο του Λονδίνου οι μεγάλες δυνάμεις ανακήρυξαν μόνο ένα μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας σε ανεξάρτητο κράτος, αφήνοντας την Κρήτη στην εξουσία του Σουλτάνου. Εκείνος με τη σειρά του την παραχώρησε στον Αντιβασιλέα της Αιγύπτου Μεχμέτ Άλη, έναντι της βοήθειας που του είχε προσφέρει ως τότε.  
Για να καταλάβει κανείς πόσο πιο δύσκολος ήταν ο αγώνας στην Κρήτη σε σχέση με την ηπειρωτική Ελλάδα, θα αναφέρουμε εδώ ένα χαρακτηριστικό σχόλιο  από την ιστορία του ελληνικού έθνους του διακεκριμένου ιστορικού Κων/νου Παπαρηγόπουλου, το οποίο ξεχωρίζει και ο σύγχρονος Κρητικός ιστορικός Εμμανουήλ Φαρσάρης:
Οι Πελοποννήσιοι Τούρκοι δεν διεκρίνοντο επ’ ανδρεία, ήσαν δε εν όλω 12.000, ενώ οι Έλληνες ήσαν 30.000. Οι Τουρκοκρήτες αντιθέτως ήσαν μαχιμότατοι, παρέταξαν 20.000 άνδρας ενώ οι Κρήτες δεν παρέταξαν ποτέ πλεόνας των τρισχιλίων.
Όσον αφορά στη μάχη της Κριτσάς, όλα ξεκίνησαν όταν ο στρατάρχης των αιγυπτιακών δυνάμεων στην Κρήτη Χασάν Πασάς αποφάσισε με 16.000 στρατό  να επιτεθεί κατά της επαρχίας Μεραμβέλλου με σκοπό να την καταλάβει. Για να το πετύχει όμως αυτό έπρεπε να περάσει από τον κάμπο της Κριτσάς, όπου τον περίμεναν 3.000 περίπου επαναστάτες κάτοικοι του χωριού αλλά και των γύρω περιοχών, υπό τις διαταγές του καπετάν Καζάνη από το Οροπέδιο Λασιθίου.
Ο Χασάν,  εγκατεστημένος στο Καλό Χωριό, κατέστρωσε το σχέδιο του για δράση, διαιρώντας το στράτευμά του σε δύο σώματα. Αποφάσισε 5.000 άνδρες να επιτεθούν στο χωριό από τον Κρούστα, ενώ οι υπόλοιποι 11.000 προχώρησαν σε κατά μέτωπο επίθεση στους επαναστάτες.
Η πρώτη μέρα της δυνατής μάχης είχε σαν αποτέλεσμα αρκετές υλικές καταστροφές για την Κριτσά και ανθρώπινες απώλειες. Για το Χασάν Πασά και το στράτευμά του οι απώλειες ήταν μεγαλύτερες καθώς οι Επαναστάτες, αν και πολύ λιγότεροι, επέδειξαν ιδιαίτερο πείσμα και σθένος. Τόσο μεγάλη ανδρεία επέδειξαν, ώστε τον ανάγκασαν να υποχωρήσει και πάλι το βραδάκι στο Καλό Χωριό.
Ήταν ανέλπιστο, αλλά ήταν γεγονός. Οι επαναστάτες είχαν πετύχει καίριο πλήγμα ενάντια στον αιγυπτιακό στρατό, όμως τα πολεμοφόδιά τους είχαν  εξαντληθεί. Δεν υπήρχε άλλο μπαρούτι, ούτε φυσίγγια περίσσευαν. Όλα τα είχαν λιγοστά. Τις βραδινές ώρες οι μάχες γίνονταν πια σώμα με σώμα και η ίδια κατάσταση συνεχίστηκε και την επόμενη. Σε αυτές τις μάχες της αυτοθυσίας και του μεγάλου θάρρους ξεχώρισε η μορφή μιας Χαΐνισσας – επαναστάτριας, της κόρης του πρωτόπαπα της Κριτσάς, της Κριτσωτοπούλας Ροδάνθης.
Όμως ποια ήταν η Ροδάνθη, που η ιστορία της έγινε θρύλος και έμπνευση για όλους τους υπόδουλους Κρήτες; Μοναχοκόρη με περίσσες χάρες, όπως αναφέρεται στο έμμετρο πόνημα του Διαλυνομιχάλη γι’ αυτήν, που δημοσιεύτηκε το 1912:
<< Μα όπως μέσα στο χρυσό λάμπουνε τα διαμάντια ,και στα μεγαλοπέρβολα τα μυρισμένα άνθη ,έτσι εδιακρίνετο με τα μεγάλα μάτια, η κόρη του πρωτόπαπα, η ξακουστή Ροδάνθη>>.
Ο βίος της καταδεικνύει ότι η Ροδάνθη ήταν μετρημένη και προσεκτική, υπάκουη και καμάρι των γονιών της, και έμαθε τα πρώτα γράμματα στο μοναστήρι της Φανερωμένης :
<<Εις την Φανερωμένη εκεί ειν΄ ένα μοναστήρι,
που το Δεκαπενταύγουστο γίνεται πανηγύρι .’
Ήτον εκεί ένας παπάς εγγράματος και ξένος,
σεβάσμιος ενάρετος ,γέρων πεπαιδευμένος.
Σ΄αυτόν κρυφά οι Χριστιανοί έστελναν τα παιδιά τους
να μάθουν λίγα γράμματα να κάνουν τη δουλειά τους…
Και η Ροδάνθη το λοιπόν εκεί πέρα πηγαίνει
δια να μάθει γράμματα να γίνει μορφωμένη >.
Ξεσκολίζει , μεγαλώνει  και η ομορφιά της ξεχωρίζει ανάμεσα σε όλες τις κοπέλες του χωριού. Εξάλλου, έχει και μια αγγελική φωνή που δεν περνά απαρατηρήτη όταν κάθεται και υφαίνει στον αργαλειό της τραγουδώντας.Μια μέρα αυτή η φωνή γίνεται η αιτία να την προσέξει και ο Χουρσήτ Πασάς από το Χουμεριάκο και να τη θελήσει για γυναίκα του.
Σχετικά αναφέρει ο Διαλυνομιχάλης:
<… Πως έτυχε ο άγγελος αυτός εδώ στην Κρήτη, τ΄αηδόνη το χρυσόλαλο ποιος το φερε εδώ πέρα να με τρελάνη το φτωχό;>, αναρωτιέται ο Χουρσήτ για να λάβει την απάντηση : <Αυτή΄ ναι του πρωτόπαπα η ‘μορφοθυγατέρα που δεν ευρίσκεται καμμιά στα κάλλη να της μοιάζει>
Ο πασάς γυρίζει στο Χουμεριάκο μα η φωνή της είναι διαρκώς στο μυαλό του, την ποθεί  και δίνει εντολή στα πρωτοπαλίκαρα του να του τη φέρουν για γυναίκα του με κάθε κόστος. Η χρονική στιγμή βόλευε, καθώς οι ανδρές του χωριού βρισκόταν σε μια κηδεία αγωνιστή στις Τάπες. Πράγματι, οι Τούρκοι φτάνουν στην Κριτσά και αφού σφάζουν στα γόνατα της Ροδάνθης τη μητέρα της, την παίρνουν με το ζόρι στο Χουμεριάκο για το χαρέμι του Χουρσήτ.
Από την πρώτη στιγμή οι χανούμισσες παίρνουν εντολή να ετοιμάσουν τη νύφη και να την περιποιηθούν:
< Αι Τουρκοπούλαι πάρετε τη νέα αδελφή σας ,
γλυκύ καφέ της ψήσετε, κερμπέτι με το μέλι,
δείξετε όλαι σας σ ΄αυτή την περιποίησή σας,
και δόστε της για φαγητό ό,τι σας πει πως θέλει>.
<Και κάθε μια χανούμισα πασίχαρη εγέλα
για να την ετοιμάσουμε νύφη για το Χουρσίτη>.
Ο γάμος γίνεται με όλες τις τιμές, τρώνε, πίνουν και γλεντούν. Μονάχα η νύφη είναι σοβαρή και περιμένει να τελειώσει το γλέντι για να αποσυρθούν οι δυο τους με το Χουρσήτ στη νυφική κάμαρα. Όταν γίνεται αυτό και λίγο πριν πλαγιάσουν ως ανδρόγυνο, η ηρωΐδα μας καταφέρνει να αποσπάσει το σπαθί του γαμπρού και να τον σφαγιάσει. Φοράει τα ρούχα του και αποφασισμένη κατευθύνεται στο Λασίθι, για να βρει το στράτευμα του Καπετάν Καζάνη.
Στα Ζένια, στον Άγιο Ιωάννη ,στέκεται για λίγο, κόβει την πλεξούδα της και την αφήνει στην εικόνα με μια προσευχή:
< Θεέ μου σε παρακάλω πολύ μην το ξεχάσεις ,
κατάταξον τη μάννα μου εντός του Παραδείσου …
Δόσε εις τον πατέρα μου υπομονή μεγάλη …
κι εμένα δώσε δύναμη και θάρρος να βαστάξω
να εκδικηθώ την μάννα μου, Τούρκους πολλούς να σφάξω> .
Και η ανάβαση για το Οροπέδιο συνεχίζεται. Ένας ιερέας στο Μέσα Λασίθι θα την  οδηγήσει τα ξημερώματα στο στρατόπεδο του Καζάνη, όπου θα του συστηθεί ως Μανώλης από τη Σφάκα. Ο καπετάνιος τη δέχεται δοκιμαστικά στην αρχή, όμως το θάρρος και ο ζήλος της στη μάχη δεν του δίνουν άλλη επιλογή παρά να αποδεχθεί με όλες τις τιμές το < Σπανομανώλη> που αν και δεν έχει γένια, διακρίνεται στη μάχη.
Η Ροδάνθη ντυμένη με ανδρικά ρούχα δεν αναγνωρίζεται και δεν υπολογίζει το θάνατο, παλεύει παλικαρίσια και τον νικά. Κάποια στιγμή έρχεται όμως και η δική της η σειρά να ηττηθεί απ΄ αυτόν. Στη μάχη της Κουτάραντου καλείται να υπερασπιστεί το χωριό της και τους συγχωριανούς της και δε διστάζει στιγμή. Μάχεται με όλη της τη δύναμη και το βλέμμα της πέφτει στον πατέρα της:
<Κι ο γέρων ο πρωτόπαπας στέκει κι αυτός παρέκει ,
με το ΄να χέρι το σταυρό και στ΄ άλλο το ντουφέκι.
Τον έβλεπε η κόρη του μα δε μπορά μιλήσει για να μην την γνωρίσει>
Η μάχη συνεχίζεται και η Ροδάνθη εντοπίζει ανάμεσα στους Τούρκους το φονιά της μάνας της, Ομέρ. Δίχως να το πολυσκεφτεί ρίχνεται πάνω του να εκδικηθεί, όμως μια μαχαιριά συναγωνιστή του τη βρίσκει στο στήθος. Ζαλισμένη πέφτει στο έδαφος. Οι Κριτσώτες, χωρίς να γνωρίζουν την ταυτότητα της, τη μεταφέρουν στο σπίτι του πατέρα της για περιποιήσεις από γιατρό. Μόλις  όμως εκείνος άνοιξε τη μπλούζα της κοντοστάθηκε και ζήτησε γυναίκες να την περιποιηθούν με δικές του υποδείξεις λέγοντας <Παιδιά μου, αυτής της νέας η πληγή δεν είναι εμέ δουλειά μου>.
Ο ιερέας πλησιάζει και ακούει ψιθυριστά:
< Δε με γνωρίζεις τη φτωχή, που ‘συρα τόσα πάθη ,
εγώ μαι η θυγατέρα σου, εγώ ‘μαι η Ροδάνθη>.
Ο παπάς σαστίζει, θέλει να βοηθήσει το παιδί του, μα δε μπορεί. Η Ροδάνθη πεθαίνει στα χέρια του και λίγα λεπτά αργότερα ξεψυχά και εκείνος. Τάφηκαν μαζί με τη μητέρα της και στην πλάκα έγραψαν:
< Τρία κορμιά κοιμούντ΄ εδώ, μέσα σε ένα χρόνο ,
εχύσανε το αίμα των για πίστι και πατρίδα ,
που δε βαστούσαν της σκλαβιάς τον θεριωμένο πόνο ,
Μάνα , πατέρας και αγνή αθώα κορασίδα.>
Κυρίες και κύριοι, είμαστε σήμερα εδώ για να αποτίσουμε φόρο τιμής στη Ροδάνθη και σε όλους εκείνους τους προγόνους μας που αγωνίστηκαν με θάρρος και αυταπάρνηση για να είμαστε εμείς σήμερα εδώ και να μπορούμε να αναπνέουμε πιο ανάλαφρα και ελεύθερα.
Αυτοί έκαμαν το χρέος τους με σθένος και συνέπεια. Σειρά μας τώρα να συνεχίσουμε το υφάδι της ιστορίας του τόπου με ταπεινότητα και λεβεντιά, για να φανούμε άξιοι της λευτεριάς που αυτοί κέρδισαν για εμάς και της κληρονομιάς που μας άφησαν.
Ας είναι αιωνία η μνήμη τους! Σας Ευχαριστώ!
 

fonien.gr - Η επέτειος της μάχης της Κριτσάς - Το χρονικό της μάχης (14-5-2017)