in , ,

Νοσηλευτική επιστήμη και ενιαία εκπαίδευση στην υγεία.

Δεν θα μπορούσαμε να απουσιάζουμε από ένα τόσο σημαντικό γεγονός. Τα συμπεράσματα μας και οι προτάσεις μας όσον αφορά την νοσηλευτική επιστήμη υπό το πρίσμα της εκπαίδευσης και της άσκησης του νοσηλευτικού επαγγέλματος καθώς επίσης και η πρόταση μας για μια ενιαία εκπαίδευση των επαγγελμάτων υγείας υιοθετήθηκαν πλήρως από την ακαδημαϊκή κοινότητα και εκφράστηκαν στα συμπεράσματα του 10ου Πανελλήνιου και 9ου Πανευρωπαϊκού συνεδρίου.
Σας παραθέτουμε αποσπάσματα αυτών των πονημάτων.
10o Πανελλήνιο και 9ο Πανευρωπαϊκό συνέδριο ΕΝΕ
Η ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ, ΤΟ «BURN OUT» ΚΑΙ Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΑΡΕΧΟΜΕΝΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
 
Η νοσηλευτική επιστήμη αποτελεί σήμερα ένα επάγγελμα αυτοτελές με διττό ρόλο(επάγγελμα και λειτούργημα). Η δημιουργία της πρώτης νοσηλευτικής σχολής στην Ελλάδα το 1884 είναι σχεδόν παράλληλη με την   νοσηλευτική σχολή που ιδρύθηκε στην Αγγλία από την Florence Nightingale το 1860. Υπάρχουν τρείς βαθμίδες εκπαίδευσης Β. Νοσηλευτών (ΔΕ) και Νοσηλευτών(ΤΕ, ΠΕ).Παρά τα χρόνια που πέρασαν η νοσηλευτική επιστήμη παραμένει αγκιστρωμένη σε μια ασάφεια ρόλων και καθηκόντων. Αυτό δημιουργεί φαινόμενα επαγγελματικής εξουθένωσης (Burn out) και επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας. Τα επαγγελματικά δικαιώματα είναι νομοθετικά κατοχυρωμένα και στην ουσία διασφαλίζουν το πλαίσιο των εργασιών που καλούνται να επιτελέσουν οι ομάδες εργασίας που απευθύνονται. Αναφέρονται στο περιεχόμενο της εργασίας το αντικείμενο και το μορφωτικό επίπεδο. Στην περίπτωση της Ελλάδας τα διαφορετικά επίπεδα επιστημονικής κατάρτισης αντικατοπτρίζουν και διαφορετικά επαγγελματικά δικαιώματα για τους νοσηλευτές. Αναφορικά με τα δικαιώματα των νοσηλευτών Π.Ε και Τ.Ε έχουν κατοχυρωθεί με το Π.Δ 351/1989 και με την υπ αριθ. Γ4α/Γ.Π. 3567 ΦΕΚ 79Β΄/2015  απόφαση του υπουργείου υγείας «Καθήκοντα και αρμοδιότητες των νοσηλευτών-τριών». Η σύνδεση της επαγγελματικής ικανοποίησης είναι άμεση με την  επαγγελματική εξουθένωση και για τους περισσότερους ερευνητές αποτελεί παράγοντα που συντελεί στην επαγγελματική ικανοποίηση. Η  Επαγγελματική εξουθένωση (Burn out) μπορεί να συμβεί σε άτομα που εργάζονται με πλήθος άλλων ατόμων κάτω από αξιοσημείωτες χρονικές πιέσεις. Υπό αυτή την οπτική το νοσηλευτικό προσωπικό φαίνεται να είναι από τους πρώτους υποψηφίους για εμφάνιση επαγγελματικής εξουθένωσης. Έρευνες αποκαλύπτουν ότι πολλές φορές ο βαθμός επαγγελματικής εξουθένωσης που βιώνουν οι νοσηλευτές είναι τόσο έντονος, που μπορεί να τους οδηγήσει σε κατάθλιψη ή  ακόμα και σε απόπειρα αυτοκτονίας.
 
Η τάση φυγής από το νοσηλευτικό επάγγελμα και οι μειωμένες εισαγωγές φοιτητών νοσηλευτικής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση το επιβεβαιώνουν. Αυτό το φαινόμενο έχει γίνει εντονότερο με την οικονομική κρίση λόγω της ακόμα μεγαλύτερης έλλειψης νοσηλευτικού προσωπικού και τις μειωμένες αποδοχές. Σε μελέτες που έχουν διεξαχθεί διαφαίνεται ότι οι νοσηλευτές έχουν την μικρότερη επαγγελματική ικανοποίηση και τα μεγαλύτερα επίπεδα επαγγελματικής εξουθένωσης. Οι κύριοι παράγοντες ενίσχυσης της επαγγελματικής ικανοποίηση των νοσηλευτών είναι οι σχέσεις με τους ασθενείς και η αναγνώριση της προσφοράς γιατί το νοσηλευτικό επάγγελμα είναι και λειτούργημα. Οι άνδρες νοσηλευτές είναι περισσότερο ικανοποιημένοι από την εργασίας τους καθώς και όσοι νοσηλευτές εργάζονται σε τμήματα του χειρουργικού τομέα της νοσηλευτικής υπηρεσίας εν αντιθέσει με τμήματα όπως ΜΕΘ, ΜΤΝ και ΤΕΠ που η εργασία σε αυτά οδηγεί τους νοσηλευτές να εμφανίζουν αυξημένα επίπεδα επαγγελματικής εξουθένωσης.
Ο φόρτος εργασίας, η ασάφεια του νοσηλευτικού ρόλου, η κακή συνεργασία με τους ανώτερους, η μη αξιοκρατική προσέγγιση στις προαγωγές λόγω της διοικητικής αυθαιρεσίας, αλλά και τα στενά περιθώρια ανάπτυξης πρωτοβουλίας και εκπαίδευσης είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες μειωμένης επαγγελματικής ικανοποίησης και άγχους που οδηγούν σε επαγγελματική εξουθένωση και τάση φυγής από το επάγγελμα προς άλλους επαγγελματικούς προσανατολισμούς. Οι διοικήσεις των νοσοκομείων δεν εφαρμόζουν εκπαιδευτικά προγράμματα, δεν αξιοποιούν τις δεξιότητες και τις γνώσεις των νοσηλευτών και δεν εφαρμόζουν μεθόδους παρακίνησης όπως πχ ισότιμες εναλλαγές  στα τμήματα του νοσοκομείου ώστε να μειώσουν την ρουτίνα και να αυξήσουν την προσδοκία και την ικανοποίηση των εργαζομένων. Οι προσπάθειες των νοσηλευτών για να αναδείξουν την επιστημονικότητα και τον επαγγελματισμό τους είναι συνεχείς. Όμως μέχρι και σήμερα δεν χαίρουν της ίσης μεταχείρισης στο χώρο εργασίας αλλά και της κοινωνικής καταξίωσης. Σε έρευνες που έχουν διεξαχθεί σχετικά με την επαγγελματική ικανοποίηση και την επαγγελματική εξουθένωση στα νοσηλευτικά ιδρύματα σε Αγγλία και Η.Π.Α καταδεικνύουν παρόμοια αποτελέσματα. Μέλημα των Διοικήσεων των οργανισμών και των επιχειρήσεων είναι να εστιάζουν σε μεθόδους παρακίνησης που θα συμβάλουν στην επαγγελματική ικανοποίηση των εργαζομένων. Μέσα από την επαγγελματική ικανοποίηση μπορεί να επιτευχθεί υψηλότερη αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.  Επίσης στην διατήρηση της καλής υγείας των εργαζομένων σωματικής και ψυχικής με εφαρμογή εναλλαγής στους χώρους εργασίας ανάλογα με την βαρύτητα  τους. Σε περίπτωση που αυτές οι μέθοδοι δεν μπορούν να γίνουν εφικτές, τότε οφείλουν να εστιάζουν στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων και στην ηθική επιβράβευση των εργαζομένων, που όπως έχει αποτυπωθεί από την μέχρι σήμερα ανασκόπηση της βιβλιογραφίας και των μελετών, είναι ένας σημαντικός παράγοντας αύξησης της επαγγελματικής ικανοποίησης και κατ’ επέκταση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών και την βελτίωση των υπηρεσιών υγείας. Η ύπαρξη μια ενιαίας βαθμίδας ανώτατης εκπαίδευσης ίσως να δώσει την λύση στα εργασιακά ζητήματα των νοσηλευτών και να άρει τις συγκρούσεις μέσα στον χώρο της υγείας.
 

 
 
 
ΤΑ ΛΟΙΜΩΔΗ ΝΟΣΗΜΑΤΑ, Η ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΣΥΝΟΛΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ
Η υγεία του πληθυσμού ενδέχεται να επηρεάζεται από τις ατομικές επιλογές. Η βελτίωση του επίπεδου διαβίωσης, τα προγράμματα εμβολιασμού δεν εξάλειψαν τα λοιμώδη νοσήματα που συνεχίζουν να αποτελούν σημαντική αιτία αλλαγής των δεικτών υγείας. Η αισιοδοξία διεθνώς στις αρχές του 1970 ότι «η ανθρωπότητα τελείωσε με τα λοιμώδη νοσήματα» δεν επαληθεύτηκε. Νέα νοσήματα εμφανίζονται, ενώ άλλα, που είχαν περιθωριοποιηθεί, έκαναν την επανεμφάνιση τους με νέα χαρακτηριστικά. Η παγκοσμιοποίηση, η αστυφιλία, η μετανάστευση κ.α, δημιούργησαν νέα χωρίς σύνορα δεδομένα στην επιδημιολογία αυτών των νοσημάτων. Το σύνδρομο επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας (AIDS), το οξύ αναπνευστικό σύνδρομο (SARS) κ.ά αποτελούν ουσιαστικά παραδείγματα.  Η εμφάνιση κρουσμάτων ενός λοιμώδους νοσήματος σε μια χώρα, μπορεί σε ελάχιστο χρόνο να μεταβληθεί σε ένα παγκόσμιο μείζων πρόβλημα επείγουσας ανάγκης για τη Δημόσια Υγεία. Οι βιοτρομοκρατικές ενέργειες αποτελούν κίνδυνο λόγω της απελευθέρωσης λοιμογόνων παραγόντων. Το Περιφερειακό γραφείο του Π.Ο.Υ έχει πάνω από 200 διαπιστευμένα δίκτυα παρακολούθησης, αποτελούμενα από κλινικούς ιατρούς και επιδημιολόγους για την ανίχνευση και τον εντοπισμό παθογόνων περιπτώσεων πριν να νοσήσουν. Χρησιμοποιούνται πρότυπα ορισμού κρούσματος, πρωτόκολλα επιτήρησης, ανίχνευσης και κυκλοφορίας των παθογόνων παραγόντων για τον άνθρωπο και το περιβάλλον, τις οδούς μετάδοσης και τον προσδιορισμό προέλευσης των παθογόνων παραγόντων μέσω γενετικών δεδομένων, αλλά και την πορεία των αποτελεσμάτων των  εμβολιασμών. Οι εργασίες διασύνδεσης με τα γραφεία επιτήρησης συνεχίζονται αναφορικά  με την νόσο, αλλά και την επικαιρότητα και την ακρίβεια της ανταλλαγής των δεδομένων. Η συνεχής επένδυση και ο σωστός σχεδιασμός από τα κράτη- μέλη για την ετοιμότητα σε περίπτωση πανδημίας, διευκολύνει την απάντηση σε μια ενδεχόμενη  μελλοντικά πανδημία και  συμβάλει στην εφαρμογή των Διεθνών Κανονισμών Υγείας , ιδίως εκείνων που αφορούν τις υπηρεσίες υγείας.
Απο τη σκοπιά της Βιοηθικής η «προσωπική αυτονομία» είναι η ικανότητα αυτοπροσδιορισμού του ανθρώπου ως ένα ον με λογική. Και ως έλλογο ον έχει την αυτενέργεια να πράττει  ηθικά υπολογίζοντας τις πράξεις του και τον αντίκτυπο που έχουν αυτές στους άλλους ανθρώπους. Η συγκατάθεση μετά απο ενημέρωση του ασθενή αποτελεί έκφραση της αυτονομίας του και κρίνεται απαραίτητη για την εκτέλεση κάθε προτεινόμενης ιατρικής πρακτικής την οποία ενδέχεται να δεχθεί ή να αρνηθεί. Η αρχή της συναίνεσης συντρέχει στις περιπτώσεις στις οποίες βλάπτεται ή απειλείται η υγεία ενός ατόμου μεμονωμένα. Όταν όμως απειλείται η ζωή περισσότερων ανθρώπων ή και ολόκληρων χωρών, το ζήτημα της συναίνεσης και της ατομικής αυτονομίας μπορεί να αμφισβητείται. Η  ατομική αυτονομία παύει να λαμβάνεται ως  το μοναδικό κριτήριο για τη λήψη μιας απόφασης και τα όρια της αυτονομίας του προσώπου πλήττονται όταν συγκρούονται με το δημόσιο συμφέρον που είναι συνώνυμο με την προστασία της δημόσιας υγείας.  Τα λοιμώδη μεταδοτικά νοσήματα αποτελούν κατεξοχήν άξονα σύγκρουσης προσωπικών έναντι συλλογικών συμφερόντων, καθώς μεταδίδονται από άτομο σε άτομο και μπορούν απο ατομικό πρόβλημα να μετεξελιχθούν γοργά σε πανδημίες.  Στην περίπτωση των μεταδοτικών ασθενειών, η αυτονομία του προσώπου οριοθετείται με βάση τα συμφέροντα των άλλων προσώπων. Στις περιπτώσεις προγραμμάτων εμβολιασμού των πληθυσμών που λαμβάνονται ως  μέτρα πρόληψης για την αποφυγή της μετάδοσης ασθενειών, τηρείται απο την Πολιτεία η αρχή της συναίνεσης των πολιτών δηλαδή η ενήμερη συγκατάθεση τους.  Η επιτυχία του παραπάνω μέτρου έγκειται στο ποσοστό συμμετοχής του πληθυσμού, μέτρο το οποίο η Πολιτεία δεν μπορεί να επιβάλλει χωρίς να παραβιάσει τους όρους συμβίωσης των πολιτών, υπό συνθήκες ελευθερίας και αυτονομίας, μέσα σε μια δημοκρατική κοινωνία. Οι  πολίτες ενός κράτους ως υπεύθυνα και ελεύθερα άτομα, φέρουν  την ευθύνη για τις αποφάσεις τους όταν συντρέχει λόγος δημοσίου συμφέροντος. Η ενδεχόμενη απόφαση μη συμμετοχής τους σε κάποιο πρόγραμμα εμβολιασμού, δεν μπορεί να θεωρηθεί ηθικά αδιάφορη, εφόσον πρόκειται για περιπτώσεις πλήρως δοκιμασμένων εμβολίων. Κάθε ελεύθερο άρα και αυτόνομο άτομο κάνοντας χρήση αυτής της αυτονομίας  έχει την ηθική υποχρέωση να μεριμνά για την προστασία των υπόλοιπων μελών με τα οποία συμβιώνει και να συμβάλλει στο κοινό καλό. Σε καταστάσεις που χαρακτηρίζονται «επείγουσες», όπως είναι οι περιπτώσεις κινδύνου εξάπλωσης επιδημιών ή πανδημιών, ενδέχεται να είναι αναγκαίος ακόμη και ο κρατικός εξαναγκασμός προκειμένου να περιοριστεί η αυτόνομη βούληση και να υποβληθούν οι πολίτες σε υποχρεωτικό εμβολιασμό για σοβαρούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας. Επομένως, η αυτονομία του προσώπου είναι αναγκαίο να ασκείται συνδυαστικά με την προστασία της δημόσιας υγείας, διατηρώντας όμως το προβάδισμα σε σχέση με την τελευταία, γιατί υπαρχει ο κίνδυνος η ενδεχόμενη παραβίασή της να θίγει την προσωπικότητα και την αξιοπρέπεια του ασθενή Απαραίτητος κρίνεται ο διαχωρισμός των νοσημάτων βάσει του βαθμού επικινδυνότητας αλλά και μεταδοτικότητας. Η έγκαιρη επέμβαση των υγειονομικών υπηρεσιών είναι ένας παράγοντας ζωτικής σημασίας που έχει ως στόχο την δίκαιη κατανομή πόρων αλλά και μέσων που θα βοηθούσαν στον περιορισμό της κατάστασης, έχοντας ως κύριο άξονα το σεβασμό στην ανθρώπινη  προσωπικότητα και αξιοπρέπεια. Επειδή πάντοτε ελλοχεύει ο κίνδυνος του στιγματισμού ορισμένων ομάδων ή ατόμων χρειάζεται ιδιαίτερους χειρισμούς αποφυγής της  περιθωριοποίησης. Αυτός ο κίνδυνος μπορεί να αποφευχθεί με τις συντονισμένες κινήσεις ορθής ενημέρωσης της Πολιτείας η οποία οφείλει να δράσει έχοντας ως μέλημα την προαγωγή της δημόσιας υγείας, σεβόμενη παράλληλα τα άτομα που συμβιώνουν σε μία δημοκρατική κοινωνία υπό συνθήκες ελευθερίας και ισότητας.
 
Μαρία  Λαμπράκη, Γιώργος Πατεράκης
Νοσηλεύτρια RN, MPH, MSc©Bioethics Γ.Ν.Α.Ν
Ειδ. Γενικός Ιατρός