in

Ένας εργαζόμενος πρέπει να ζήσει έως τα …101 για να κάνει απόσβεση καταβολών με τις νέες εισφορές !

Θα προχωρούσατε σε μια επένδυση 100.000 ευρώ αν γνωρίζατε ότι για να την αποσβέσετε θα χρειάζονταν 32-34 χρόνια; Πολύ περισσότερο, θα προχωρούσατε αν ξέρατε ότι μόνο για να πάρετε τα χρήματά σας πίσω θα έπρεπε να ζήσετε μέχρι τα… 101, δηλαδή έως και δύο δεκαετίες πάνω από το προσδόκιμο; Κι όμως, αυτά είναι τα βασικά στοιχεία του καινούργιου τρόπου υπολογισμού των συντάξεων.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας “Καθημερινή” όσοι επιλέξουν να ασφαλιστούν για 10 ή 15 χρόνια παραπάνω –δηλαδή για 25 ή και 30 χρόνια αντί για 15 που είναι και το ελάχιστο επιτρεπόμενο όριο–, ποντάροντας στην αύξηση της μηνιαίας σύνταξης, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι για να πάρουν πίσω τα λεφτά που θα έχουν καταβάλει σε ασφαλιστικές εισφορές πρέπει να περιμένουν ακόμη και 3234 χρόνια μετά τη συμπλήρωση του 67ου ορίου ηλικίας, δηλαδή μέχρι και τα 101.
Είναι προφανές ότι ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων δημιουργεί τεράστιο κίνητρο για εισφοροδιαφυγή. Και αυτό θα είναι ένα μόνο από τα πολλά μεγάλα προβλήματα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση μετά και την ψήφιση του τέταρτου μνημονίου. Οι επιβαρύνσεις που φέρνει για τους «συνήθεις υπόπτους» (φορολογουμένους, συνταξιούχους, ελεύθερους επαγγελματίες), ύψους 5,4 δισ., είναι μεγάλες και γίνονται αβάσταχτες αν συνυπολογιστεί ότι το ποσόν αυτό έρχεται να προστεθεί στα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί από το 2015 και θα αποδίδουν σωρευτικά το 2021 άλλα 9,2 δισ.
Συνολικά, δηλαδή, πρόκειται για 14,6 δισ. μέτρα σε 6 χρόνια. Θα λαμβάνατε την απόφαση να προχωρήσετε σε μια επένδυση 100.000 ευρώ αν γνωρίζατε ότι για να την αποσβέσετε θα χρειάζονταν 32-34 χρόνια; Θα προχωρούσατε αν ξέρατε ότι μόνο για να πάρετε τα χρήματά σας πίσω θα έπρεπε να ζήσετε μέχρι τα… 101, δηλαδή έως και δύο δεκαετίες πάνω από το προσδόκιμο; Ενδεχομένως να το κάνατε αν σας διαβεβαίωναν ότι η επένδυσή σας θα μεταβιβαζόταν στους απογόνους σας σε περίπτωση θανάτου. Σίγουρα όμως δεν θα κάνατε βήμα αν σας πληροφορούσαν ότι ο «καρπός» της επένδυσής σας θα έφτανε στον κληρονόμο σας «κουρεμένος» από 50% έως 75%, με ανοικτό επίσης το ενδεχόμενο ακόμη και της πλήρους απαξίωσης.
Κι όμως, σύμφωνα με την “Καθημερινή” αυτά είναι τα βασικά στοιχεία του καινούργιου τρόπου υπολογισμού των συντάξεων. Οσοι επιλέξουν να ασφαλιστούν για 10 ή 15 χρόνια παραπάνω –δηλαδή για 25 ή και 30 χρόνια αντί για 15 που είναι και το ελάχιστο επιτρεπόμενο όριο–, ποντάροντας στην αύξηση της μηνιαίας σύνταξης, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι για να πάρουν πίσω τα λεφτά που θα έχουν πληρώσει σε ασφαλιστικές εισφορές, θα πρέπει να περιμένουν ακόμη και 32-34 χρόνια μετά τη συμπλήρωση του 67ου ορίου ηλικίας, δηλαδή μέχρι και τα 101. Αν επέλθει ο θάνατος νωρίτερα –κάτι εξαιρετικά πιθανό αν λάβει κανείς υπόψη του ότι το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα δεν ξεπερνά τα 80-82 χρόνια–, η «επένδυση» στις ασφαλιστικές εισφορές θα απαξιωθεί. Στην καλύτερη περίπτωση, η σύνταξη θα μειωθεί κατά 50% για να γίνει σύνταξη χηρείας του/της συζύγου, ενώ με τη συμπλήρωση 3ετίας από τον θάνατο, το ποσοστό του «κουρέματος» θα φτάσει στο 75%.

Τιμωρία

Είναι προφανές ότι ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων δημιουργεί τεράστιο κίνητρο για εισφοροδιαφυγή. Ο νόμος Κατρούγκαλου, αντί να επιβραβεύει την ασφάλιση για μακρά χρονική περίοδο και για υψηλές αποδοχές, πριμοδοτεί την ελάσσονα προσπάθεια στο όνομα του «κοινωνικού κράτους». Το ρηθέν «πολλά θα πάρεις, λίγα θα δώσεις» έχει αντιστραφεί πλήρως, κάτι που αποδεικνύεται από το εξής στατιστικό εύρημα:
Όποιος ασφαλιστεί για 20 χρόνια αντί για 15, με μέσες συντάξιμες αποδοχές της τάξεως των 800 ευρώ τον μήνα, θα πάρει πίσω τα χρήματά του ύστερα από 16 χρόνια. Ο ασφαλισμένος που θα εργαστεί για 20 χρόνια με αποδοχές 2.500 ευρώ θα χρειαστεί να περιμένει 29 χρόνια για να πάρει πίσω τα χρήματά του.
Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί το νέο ασφαλιστικό σύστημα έχει γίνει απολύτως αντιληπτός στην αγορά εργασίας και αυτό έχει ως αποτέλεσμα, μήνα με τον μήνα, να «φουντώνουν» οι ακόλουθες πρακτικές:
1. Η έκρηξη της μερικής απασχόλησης με τη σύμφωνη γνώμη του εργαζομένου. Καταβάλλοντας ασφαλιστικές εισφορές της τάξεως των 130-140 ευρώ τον μήνα, ο εργοδότης εξασφαλίζει στον εργαζόμενο πλήρη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, 22 ένσημα τον μήνα και το δικαίωμα, με τη συμπλήρωση μιας 15ετίας, μιας σύνταξης της τάξεως των 390 ευρώ μηνιαίως καθαρά.
2. Η μείωση των μισθών στο ελάχιστο επιτρεπόμενο επίπεδο των 586 ευρώ –αυτό εξασφαλίζει μια σύνταξη της τάξεως των 435 ευρώ καθαρά μαζί με το επικουρικό– ενώ η διαφορά για όποιον θέλει να αμείβεται περισσότερο καταβάλλεται «κάτω από το τραπέζι».
3. Το ψαλίδισμα των καθαρών κερδών των επαγγελματιών στο επίπεδο που επιβάλλει η ελάχιστη ασφαλιστική εισφορά των 158 ευρώ τον μήνα (είναι τα 586 ευρώ μηνιαίως ή περίπου 7.000 ευρώ τον χρόνο).
Αντί η κυβέρνηση να αντιληφθεί την τεράστια διάσταση που μπορεί να λάβει το πρόβλημα και την επίπτωση που θα υπάρξει μακροπρόθεσμα στην εισπραξιμότητα των ασφαλιστικών εισφορών, προτιμά να ρίξει κι άλλο λάδι στη φωτιά.
Η σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών των επαγγελματιών όχι με το καθαρό φορολογητέο εισόδημα αλλά με το καθαρό κέρδος, προσαυξημένο κατά το ύψος των ασφαλιστικών εισφορών, αφήνει στο απυρόβλητο τους επαγγελματίες που επιμένουν να δηλώνουν κέρδη της τάξεως των 5.0006.000 ευρώ ετησίως. Αυτοί έχουν φτάσει να αντιστοιχούν στο 70% του συνόλου, με το ποσοστό να αυξάνει ολοένα και περισσότερο χρόνο με τον χρόνο. Το νέο σύστημα υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών επηρεάζει τη μειοψηφία των επαγγελματιών που εξακολουθεί να δηλώνει εισοδήματα κοντά στα πραγματικά, δηλαδή της τάξεως των 15.000-20.000 ευρώ τον χρόνο ή και ακόμη περισσότερο.
Η εμμονή σε αυτή την πολιτική θα οδηγήσει στη «φτωχοποίηση» της χώρας, τουλάχιστον στα χαρτιά. Ολοένα και περισσότεροι ασφαλισμένοι θα πείθονται ότι δεν υπάρχει ισχυρό κίνητρο ασφάλισης, οπότε θα εμφανίζονται στα αρχεία της εφορίας με ολοένα και χαμηλότερους μισθούς. Αντίστοιχα βέβαια, θα διευρύνεται ο αριθμός των συνταξιούχων που θα εξασφαλίζουν σύνταξη της τάξεως των 500-600 ευρώ μηνιαίως, με προφανείς συνέπειες για τα φορολογικά έσοδα της χώρας.
ΠΗΓΗ: newpost.gr